- Νέα Σκωτία
- (Nova Scotia). Εξελληνισμένη ονομασία επαρχίας του νοτιοανατολικού Καναδά. Βλ. λ. Νόβα Σκότια.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πρεσβυτεριανισμός — Όρος που προέρχεται από το πρεσβυτέριο (συμβούλιο των πρεσβυτέρων), και χαρακτηρίζει μία ιδιαίτερη μορφή οργάνωσης και εκκλησιαστικής διαμόρφωσης, που έχει την αρχή της στην Καλβινική Εκκλησία. Σε αντίθεση με την κογκρεγκασιοναλιστική και την… … Dictionary of Greek